Τους τελευταίους δυόμιση μήνες συνέβησαν πολλά που τείνουν να ξεχαστούν. Οι περισσότεροι κλειδαμπαρώθηκαν στα σπίτια τους μετά τον βομβαρδισμό εικόνων του μεγάλου επερχόμενου «θανατικού» απ’ τα δελτία ειδήσεων, μέρες ακόμα πριν απαγορευτεί και επισήμως η κυκλοφορία απ’ το ελληνικό κράτος. Οι μικροαστοί χλευάζανε ως «αντικοινωνικό» και «ανεύθυνο», όποιον δεν είχε σπίτι ή δε χώραγε σ’ αυτό. Οι αριστεροί διαμαρτύρονταν πως η χούντα (καραντίνα) επιβλήθηκε καθυστερημένα, ενώ απαιτούσαν μεγαλύτερο πληθυσμιακό έλεγχο, με απανωτά τεστ υγείας σε όποιον βρεθεί μπροστά τους. Αν ήταν ρομά ή τοξικοεξαρτημένες «ακόμα καλύτερα». Όλοι αυτοί μαζί με το ελληνικό κράτος και τη «συνετή» φωνή της επιστήμης -οικονομικής ή ιατρικής ελάχιστη σημασία έχει- συνυπέγραψαν την μείωση των μισθών μας στο μισό ή την εξαναγκαστική ανεργία και το κυνήγι επιδομάτων, αφού προηγουμένως μας είχαν μαντρώσει μέσα και μας είχαν απαγορεύσει να βρισκόμαστε να συζητάμε, μπας και βγάλουμε άκρη με το τι σκατά συμβαίνει. Τους τελευταίους δυόμιση μήνες μιλούσαν όλοι για χιλιάδες νεκρούς και όχι για δεκάδες εκατομμύρια ανέργους. Προσπαθούσαν να μας πείσουν ότι για να μην «καταρρεύσει το δημόσιο σύστημα υγείας», αφήσανε να καταρρεύσει όλος ο πλανήτης.
Τώρα όλοι κάνουν σα να μη συνέβη τίποτα, σαν ο «φονικός ιός» να εξαφανίστηκε σε μια μέρα επειδή το ‘πε ο Χαρδαλιάς και η Μάρα Ζαχαρέα. Ή ακόμα χειρότερα κάνουν ό,τι έκαναν πάντα. Τα αφεντικά απαιτούν αποζημιώσεις και διευκολύνσεις για τις επιχειρήσεις τους, οι αριστεροί διεκδικούν να ζούμε με επιδόματα και οι δεξιοί λένε ότι διαχειρίστηκαν «με υπευθυνότητα» ακόμα μια κρίση, καθιστώντας την Ελλάδα έναν «ασφαλή και αξιόπιστο προορισμό». Καλοκαιράκι έρχεται και πρέπει να προσεγγίσουν και κανέναν τουρίστα, για τα μαγαζιά και τα ξενοδοχεία των αφεντικών μας. Όσοι τόσο καιρό «έμεναν σπίτι», σαπουνίζοντας ένα-ένα τα ψώνια, έχουν βγει φρικαρισμένοι έξω κι έχουν γεμίσει οι δρόμοι ρουφιάνους και καχύποπτα βλέμματα. Οι γυναίκες εξακολουθούν να δέχονται βία απ’ τους άντρες όπως και πριν και αυτό που έχει να προτείνει η αριστερά είναι περισσότεροι κοινωνικοί λειτουργοί και περισσότεροι μπάτσοι για να μειωθεί η βία! Οι μετανάστες συνεχίζουν να τρώνε άγριες εξακριβώσεις και τραμπουκισμούς απ’ τους μπάτσους. Έτσι κι αλλιώς, για τους περισσότερους μετανάστες το να πρέπει να κουβαλάς δύο-τρία χαρτιά για να βγεις απ’ το σπίτι είναι μια κανονικότητα εδώ και χρόνια.
Το θέμα προφανώς δεν είναι μόνο οι τελευταίοι δυόμιση μήνες. Είναι μια καπιταλιστική κρίση που βρίσκεται σε εξέλιξη, εδώ και τουλάχιστον μία δεκαετία. Οι περισσότεροι οικονομολόγοι αναφέρανε, με τις ακαταλαβίστικες ορολογίες τους, πως έρχεται μεγάλη οικονομική ύφεση, αρκετούς μήνες πριν ένας κινέζος εργάτης φάει μια άψητη νυχτερίδα και γαμηθεί το σύμπαν. Υπάρχουν πολλοί λόγοι να θέλουν τα κράτη να διαχειριστούν τον πληθυσμό τους, αλλά η «ευημερία» και η «υγεία» του δεν είναι ένας απ’ αυτούς. Τα αφεντικά -λόγω της μεγάλης οικονομικής κρίσης και του συνεχούς εμπορικού πολέμου, που εξελίσσεται παγκοσμίως- αδυνατούν πλέον να πουλήσουν τα εμπορεύματα που παράγονται. Σκοπός κάθε κράτους που σέβεται τα αφεντικά του, είναι να εξασφαλίσει πως οι εξαγωγές του θα είναι μεγαλύτερες σε αξία, απ’ ό,τι οι εισαγωγές. Αυτό μπορεί να συμβεί μειώνοντας τους μισθούς μας, ώστε αυτομάτως να μειωθεί και η κατανάλωση, κλείνοντας τα καταστήματα ή περιορίζοντας την πρόσβασή μας σε αυτά για «λόγους υγείας» (βλ. απαγόρευση καπνίσματος, κορωνοϊό) και κλείνοντας τα σύνορα, μειώνοντας στο ελάχιστο τις εισαγωγές. Ό,τι δηλαδή έκαναν τα περισσότερα κράτη παγκοσμίως με αφορμή την «επιδημία». Το θέμα είναι κανείς να μην καταλαβαίνει τίποτα και οποιαδήποτε προσπάθεια εξήγησης του κόσμου έξω απ’ τις αριστεροδεξιές κρατικές αφηγήσεις να βαφτίζεται fake news. Το θέμα είναι να ταυτιζόμαστε με τις κρατικές προσταγές, όσο εξόφθαλμα παράλογες κι αν είναι. Το θέμα είναι να δουλεύουμε, όσοι γίνεται, απ’ το σπίτι για να μειωθεί το κόστος της αναπαραγωγής μας και να αντιμετωπίζουμε το διπλανό μας σαν εν δυνάμει άρρωστο. Το θέμα είναι να συστρατευόμαστε με τον εθνικό κορμό σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης. Το ‘01 ήταν μουσάτοι μουσουλμάνοι «τρομοκράτες», το ‘09 ήταν «κακοί τραπεζίτες», το ‘12 «ανάλγητοι εταίροι» και το ‘19 ένας «φονικός» και «υπερβολικά μεταδοτικός» ιός. Όσα ονόματα και να αλλάξει η ουσία παραμένει ίδια: αυτό που ζούμε είναι η παγκόσμια καπιταλιστική κρίση και η κρατική της διαχείριση.
Κανένα κράτος δεν ενδιαφέρεται για την ευημερία και την υγεία των εργατών που ζουν σ’ αυτό. Το μόνο που όντως το ενδιαφέρει είναι οι εργάτες να είναι φτηνοί, παραγωγικοί και πειθήνιοι. Αυτό το πετυχαίνει με παρανομοποίηση των ζωών, των δραστηριοτήτων και των σχέσεων. Με την απειλή των υψηλών ποσοστών ανεργίας. Με έλεγχο, φόβο, ξύλο και εγκλεισμό. Με δολοφονίες μεταναστών στα σύνορα και με επιχειρήσεις σκούπα. Με την διαπόμπευση του πάτου της τάξης μας ως «μολυσμένες από μεταδοτικές ασθένειες» τοξικοεξαρτημένες. Έτσι πετυχαίνει την υποτίμηση των ζωών μας και κρατάει τους μισθούς χαμηλά. Όχι με θεραπεία, ενδιαφέρον και φροντίδα.
Απ’ την διαδικασία υποτίμησης μας δεν θα μπορούσαν να λείπουν, παρέα με τους μπάτσους και οι γιατροί, σάρκα απ’ την σάρκα του κράτους. Αν σε κρατάνε ζωντανό είναι για να πουλάνε τα φάρμακά τους και τις «υπηρεσίες» τους κι όχι γιατί «ορκίστηκαν στον Ιπποκράτη». Υπάρχουν για να ελέγχουν και να καταγράφουν την αναπαραγωγή των πιο υποτιμημένων κομματιών της τάξης μας (μετανάστες, κοινότητες ρομά, τουρκική μειονότητα) για λογαριασμό του ελληνικού κράτους. Υπάρχουν για να κρίνουν σε τι ποσοστό είσαι «ανάπηρος» και να υπογράφουν, αν κριθεί απαραίτητο, το χαρτζιλίκι (επίδομα) που θα παίρνεις για να βγάλεις τον μήνα, χωρίς ταυτόχρονα να μπορείς να βρεις δουλειά. Υπάρχουν για να σου επιβάλλουν τους «σωστούς» τρόπους να διαχειρίζεσαι το σώμα σου, την κοινωνικότητα σου και κάθε πτυχή της καθημερινότητας σου. Η ιατρική επιστήμη εμφανίζεται ως θεσμός απ’ τις απαρχές των νέων καπιταλιστικών εθνών-κρατών. Λειτουργεί με αυστηρή ιεραρχία και τηρεί σχολαστικά το προκαθορισμένο απ’ τις κρατικές και επιχειρηματικές ανάγκες πρωτόκολλο.
Εμείς δεν είμαστε επαγγελματίες πολιτικοί, ούτε «ειδικοί». Δεν είμαστε εδώ για να πείσουμε ή να «προτείνουμε λύσεις». Τους τελευταίους δυόμιση μήνες δεν μείναμε σπίτι. Δεν σταματήσαμε να βρισκόμαστε, να «συνωστιζόμαστε» και να μιλάμε αναμεταξύ μας για το πραξικόπημα που εξελισσόταν μπροστά στα μάτια μας. Ελέγξαμε το κατά πόσον ισχύει η απαγόρευση, κυκλοφορώντας και αράζοντας στις ίδιες καβάτζες που αράζαμε και πριν τον «φονικό ιό» για να αποφεύγουμε τα αδιάκριτα βλέμματα και τους μπάτσους. Κολλήσαμε αυτοκόλλητα και γράψαμε συνθήματα στους τοίχους, ενάντια στο φόβο, την παράνοια και την εθελοδουλία. Κάναμε μικρές πορείες και μοτοπορείες μέσα στην πόλη κατά την διάρκεια της απαγόρευσης κυκλοφορίας χωρίς να φοράμε μάσκες και γάντια και χωρίς να κρατάμε αποστάσεις. Έτσι αντιπαλέψαμε το φόβο και τη διάχυτη παράνοια που έπαιζε γύρω. Με αυτόνομη πολιτικά σκέψη και οργάνωση, όντας απρόθυμοι να δεχθούμε πως δεν υπάρχει οποιαδήποτε άλλη εναλλακτική πέρα απ’ το να αγκαλιάσουμε το κράτος μας. Προσπαθήσαμε να συγκροτήσουμε ένα νόημα για το τι συμβαίνει, χρησιμοποιώντας την κοινή συλλογική μας μνήμη και εμπειρία για την εξέλιξη του καπιταλιστικού συστήματος τα τελευταία τριάντα χρόνια.
Κατά την διάρκεια της καραντίνας συναντήσαμε χιλιάδες σαν κι εμάς, να περιφέρονται «άσκοπα» στους δρόμους και τις πλατείες και να αδιαφορούν για τις απαγορεύσεις. Όχι επειδή ήταν δήθεν «ανεύθυνοι», αλλά λόγω ενστικτώδους αμφισβήτησης προς τις μαλακίες που μας τσαμπουνούσε το κράτος και οι τσάτσοι του για να μας κλειδώσουν μέσα. Η εργατική τάξη ζει και αναπνέει με ό,τι ακριβώς είχε απαγορευτεί «για λόγους υγείας»: με τον δημόσιο χώρο, τις συναθροίσεις, την επαφή -σωματική και διανοητική- με την κοινότητα, τα πάρκα, τα γήπεδα, τις συναυλίες. Σ’ αυτούς απευθύνεται αυτή η προκήρυξη και στις μικρές ταξικές αρνήσεις που εκφράστηκαν όλη αυτήν την περίοδο, με ευχή κάποτε να γίνουν μια συλλογική και πολιτικά οργανωμένη αμφισβήτηση του κράτους, των αφεντικών, των μπάτσων και των δεξιών ή αριστερών, πάσης φύσεως, «ειδικών».
Κατεβάστε ολόκληρη την προκήρυξη σε μορφή pdf πατώντας εδώ.