Η κουλτούρα του graffiti γεννήθηκε από τη πολυεθνική εργατική πιτσιρικαρία του Μπρονξ της Νέας Υόρκης κάπου στα τέλη της δεκαετίας του ’60: Αυτή η συνοικία μαζί με τους 1.5 εκατομμύρια κατοίκους τής είχε στοχοποιηθεί και λοιδορηθεί από το Αμερικανικό κράτος σε τέτοιο βαθμό ώστε να φτάσει να θεωρείται ένας τεράστιος ανθρώπινος σκουπιδότοπος[1].
Ο Hugo Martinez, ιδρυτής του «United Graffiti Artists» το 1973 υποστήριζε: «Το graffiti είναι ένας τρόπος απόκτησης κύρους σε μια κοινωνία όπου έχεις ταυτότητα μόνο όταν έχεις ιδιοκτησία»[2]. Δε θα μπορούσαμε να συμφωνούμε περισσότερο. Μέσα σε αυτό το περιβάλλον ανέχειας και ασφυκτικής αστυνομικής πίεσης η no-future (και no-present…) πολυεθνική νεολαία έφτιαξε έναν underground κώδικα επικοινωνίας που είχε αξία και έβγαζε νόημα μόνο για τον εαυτό της και τους φίλους της!
Κοιτάζοντας έναν τοίχο γεμάτο από graffiti ταγκιές η αστυνομία και η μεσαία τάξη έβλεπαν ακατάληπτα παρατσούκλια, βρωμιά, υποβάθμιση και εγκληματικότητα. Κοιτάζοντας τον ίδιο τοίχο οι πιτσιρικάδες μπορούσαν να διακρίνουν από το ποιος graffiτάς έχει το πιο γαμάτο στυλ και τεχνική μέχρι το ποιός χαίρει σεβασμού στη γειτονιά του και ποιός όχι.
Το ζήτημα του σεβασμού και της αναγνωρισιμότητας στο ghetto ήταν το Α και το Ω της όλης ιστορίας. Αυτό που είχε πραγματικά σημασία ήταν να γνωρίζουν όλοι το παρατσούκλι σου: Ξεκινούσες να ταγκάρεις δειλά την οδό κατοικίας σου και κατέληγες να ψάχνεις το τρελαμένο spot στη πόλη. Κατά μία έννοια, όσο πιο προκλητικός και αντιπαθητικός γινόσουν ως προς τις αρχές τόσο περισσότερο «μετρούσες» στη πιάτσα.
Κάπως έτσι ξεκίνησε και η μανία με το βάψιμο των τρένων. Ήταν ο τρόπος το όνομά σου να μαθευτεί σε όλα τα μήκη και πλάτη της Νέας Υόρκης και μάλιστα με τον πιο εντυπωσιακό τρόπο. Γιατί όλοι γνώριζαν πως το να βάφεις τρένα θέλει δουλειά και έχει και το ρίσκο του: Έπρεπε να ψάξεις τον πιο τρελό και αθόρυβο τρόπο για να προσεγγίσεις μια σταθμευμένη αμαξοστοιχία. Έπρεπε να χτίσεις σχέσεις εμπιστοσύνης με τους υπόλοιπους graffitάδες της ομάδας σου και να είστε όλοι μαζί έτοιμοι να δεχτείτε τις συνέπειες των πράξεων σας, όσο σκληρές και αν είναι αυτές[3]…
Μπορεί όλα αυτά να γεννήθηκαν αρκετά μακριά στο χώρο και στο χρόνο αλλά κατά μία έννοια είμαστε και εμείς κληρονόμοι αυτού ακριβώς του κώδικα σεβασμού. Εδώ και περίπου δύο δεκαετίες αμέτρητα πιτσιρίκια ξοδεύουν το χαρτζιλίκι τους σε σπρεί για να βάφουν τοίχους, εκατοντάδες crew ζουν και αναπνέουν για να δουν το όνομα τους γραμμένο από το πειραία ως τη κηφισιά. Και εμείς σαν antifa αυτή ακριβώς την ιδέα έχουμε στο μυαλό: φτιάχνουμε γλώσσες για να μπορούμε να μιλάμε μεταξύ μας, εκφράζουμε γνώμες εχθρικές προς τους ναζί και φιλικές προς όσους και όσες «περισσευούν» .
Σαν ένα μικρό φόρο τιμής, έχουμε μαζέψει κάποια από τα πιο εμβληματικά κομμάτια σε τρένα της Νέας Υόρκης.
Ο Dondi είναι ένας από τους πιο εμβληματικούς γκραφιτάδες τρένων. Το 1978 ίδρυσε το crew CIA (Crazy Inside Artists). Τα 4 επόμενα wholecar έγιναν μεταξύ 1978-1980 και έχουν τον τίτλο children of the grave (παιδιά του τάφου).
«Η ηρωίνη Σκοτώνει». Κομμάτι συνεργασία του Dondi με τον Zephyr. Αρχικά, προσπάθησαν να βάψουν το βαγόνι μέρα μεσημερί αλλά έφαγαν πακέτο.
Ο Mare139 βάφει τρένο παρκαρισμένο σε μηχανοστάσιο της Ανατολικής Νέας Υόρκης. 1981
Γυναίκα που σημαδεύει. FBA crew. Ημερομηνία άγνωστη.
Η πρώτη ένωση graffiτάδων. 1973
Οι “united graffiti artists” εν δράσει. Στρουμφάκια και δηλώσεις: «Οι εγκληματίες εισβάλουν ξανά». Ημερομηνίες άγνωστες.
Ο Phase 2 , μέλος του “united graffiti artists” ταγκάρει. Είναι ο άνθρωπος που πρωτοχρησιμοποίησε “bubble letters” και έκτοτε έκαψε τα μυαλά αμέτρητων πιτσιρικάδων. Έφυγε από τη ζωή στις 12 Δεκεμβρίου 2019 σε ηλικία 64 ετών.
«Το μόνο που βλέπεις, είναι έγκλημα στην πόλη», εμβληματικό graffiti του πιτσιρικά Skeme (TMT crew), 1981
Εδώ ποζάρουν οι Bil Rock, Min και Kel 1983. Ο Bil Rock λέει: «Η περίοδος 1979-1982 ήταν η χρυσή εποχή του graffiti. Καταφέρναμε να ξεφεύγουμε έχοντας κάνει τόσα πολλά[…] Αυτές ήταν οι καλές παλιές μέρες… πριν το crack κυριαρχήσει.»
Συλλογή graffiti.
[1] Διάφορα από αυτά που γράφουμε εδώ τα βρήκαμε στην έκδοση Bring The Noise: Δεκαπέντε Κείμενα για το Χιπ Χοπ ( Εκδόσεις Αρχείο 71 και Τεφλόν ). Συγκεκριμένα, διαβάσαμε το κείμενο του Istyl – Η δύναμη της δρομίσιας γνώσης σελ 353
[2] ο.π. Jeff Chang – Γκραφίτι: Το στιλ ως ανυπακοή σελ 241
[3] Είμαστε σίγουροι ότι άπειρα κόκκαλα έχουν σπάσει στη προσπάθεια να σκαρφαλωθούν φράχτες που ρεαλιστικά δεν σκαρφαλώνονται! Βέβαια , όπως μας δειχνει η περίπτωση του Michael Stewart, μπορεί οι συνέπειες να φτάνουν μέχρι τη κρατικη δολοφονία. Περισσότερα για την υπόθεση αυτή μπορείτε να διαβάσετε εδώ: https://antifasouth.gr/antifa-graffiti-michael-stewart-crime-in-the-city/